Κοιτάζοντας μέσα από την ομίχλη, είδε ένα “αλκοολόγραμμα”: έναν κόσμο απελπισίας, όπου η μέθη ήταν η μόνη διαφυγή. Μισώντας τον εαυτό του περισσότερο απ’ ότι μισούσε τις εταιρείες δολοφόνους που το είχαν δημιουργήσει, σκόνταψε και επέστρεψε στην κάβα. Βολεμένοι στα ρετιρέ τους, μετρούσαν τα δολάρια που έρρεαν από εκατομμύρια τύπους σαν κι αυτόν, και γελούσαν με την ευκολία με την οποία συντρίφτηκε κάθε αντίπαλος. Αλλά και οι ίδιοι, συχνά έπρεπε να πίνουν για να κοιμηθούν τη νύχτα - οι μεγιστάνες σκεφτόντουσαν καμιά φορά , πως αν ποτέ επέστρεφαν για όσα τους ανήκουν εκείνες οι ηττημένες μάζες, θα γινόταν χαμός…